Header Ads

Ποιες ήταν οι ένοπλες δυνάμεις των αρχαίων πέρσων;

Διαβάστε τι γράφει το Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ στην περίφημη «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας» για τις ένοπλες δυνάμεις της περσικής αυτοκρατορίας η οποία, κάποια στιγμή, και μάλιστα τόσο επιπόλαια, θέλησε να επιτεθεί εναντίον της Ελλάδας.
Για τις ένοπλες δυνάμεις διαθέτουμε μόνο λίγα γραπτά στοιχεία, μπορούμε, ωστόσο, να σχη­ματίσουμε μία προσεγγιστική εικόνα για το πώς ήταν οργανωμένες και πώς πολεμούσαν. Υπήρ­χε κατ' αρχήν σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο στρατό και το ναυτικό, και σε αμφότερους τους κλάδους επιπλέον διάκριση ανάμεσα στις μό­νιμες δυνάμεις και τους εφέδρους, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν σε σοβαρές περιπτώσεις.

Ο μόνιμος στρατός είχε ως πυρήνα του τους 10.000 Αθανάτους. Σε αυτή τη μονάδα πεζικού υπηρετούσαν Πέρσες, Μήδοι και Ελαμίτες. Το επίλεκτο σώμα της μονάδας ήταν οι 1.000 στρατιώτες (οι «Συγγενείς»), από τους οποίους προ­έρχονταν οι σωματοφύλακες του βασιλιά, με επικεφαλής τον hazarapatis. Οπλισμένοι με ακόντια, τόξα, βέλη και εγχειρίδια, φορούσαν φολιδωτό θώρακα στη μάχη. Προστατεύονταν από ασπίδες, κατασκευασμένες από λυγαριά ή από δέρμα που το συγκρατούσε πλαίσιο. Κατά πάσα πιθανότητα υπήρχε και σώμα ιππικού, αποτελούμενο από 10.000 ιππείς και ενταγμέ­νο στο μόνιμο τακτικό στρατό. Αθάνατοι και ιπ­πείς ήταν κατάλληλα εκπαιδευμένοι, σχημάτι­ζαν τον πυρήνα, γύρω από τον οποίο οργανώ­νονταν οι έφεδροι και τα άτακτα σώματα και προσέδιδαν ισχύ στην κεντρική κυβέρνηση.

Μόνιμες στρατιωτικές δυνάμεις υπήρχαν επίσης στις σατραπείες. Η αφήγηση του Ηρο­δότου για τον Οροίτη από τις Σάρδεις και για το ότι το στρατιωτικό σώμα που είχε τοποθε­τηθεί για να τον φρουρεί παρέμεινε πιστό στον Δαρείο, δείχνει καθαρά ότι το εν λόγω σώμα ήταν τακτική δύναμη, που στάθμευε εκεί (Ηρό­δοτος Γ', 126 κ.ε.). Ήδη αναφέραμε ότι στις επαρχίες υπήρχαν φρουρές που επάνδρωναν τα αυτοκρατορικά φρούρια και που σε ορισμέ­νες περιπτώσεις ήταν ανεξάρτητες από τους κατά τόπους σατράπες. Στο μόνιμο στρατό και σε μακροχρόνια μισθοφορική υπηρεσία χρη­σιμοποιούνταν επίσης στρατεύματα από τους λαούς της αυτοκρατορίας, όπως τα εβραϊκά σώ­ματα, τα οποία επάνδρωσαν τα σύνορα στη νή­σο Ελεφαντίνη του Νείλου. Τέλος, γνωρίζουμε ότι στο στρατό του Ξέρξη, εκτός από τους Αθα­νάτους, υπηρετούσε περσικό και μηδικό πεζι­κό. Δεν γνωρίζουμε, όμως, αν ήταν έφεδρα ή μόνιμα στρατιωτικά σώματα, ιεραρχικά και ποιο­τικά κατώτερα από τους Αθανάτους.

Οι έφεδροι επιστρατεύονταν και χρησι­μοποιούνταν μόνο σε περιόδους μεγάλων κι­νητοποιήσεων, όπως επί παραδείγματι η εισβολή στην Ελλάδα το 480/479 π.Χ. Βέβαια, στις σατραπείες υπήρχαν άτακτα σώματα που υπηρετούσαν μόνο οσάκις προέκυπτε κάποια τοπική ανάγκη. Προφανώς όλοι οι λαοί της αυτοκρατορίας συνεισέφεραν στις ένοπλες δυνάμεις. Μερικοί μόνον με πεζικό, μερικοί μόνον με ιππικό και άλλοι και με τα δύο σώ­ματα. Το 480 π.Χ., τα στρατεύματα των εφέ­δρων ήταν οργανωμένα σε μονάδες των δέ­κα, εκατό, χιλίων ανδρών, ακόμη και δέκα χι­λιάδων, εάν χρειαζόταν. Σε συνδυασμό με το μόνιμο στρατό, διαμόρφωναν έξι στρατιωτι­κά σώματα με ξεχωριστούς Πέρσες διοικητές. Κάθε τμήμα ήταν οπλισμένο και θωρακισμέ­νο με το δικό του παραδοσιακό τρόπο και -πι­θανότατα- πολεμούσε με τις μεθόδους που γνώριζε καλύτερα.

Η διάρθρωση του ναυτικού πρέπει να ήταν ανάλογη του πεζικού. Περιλάμβανε μό­νιμες μονάδες και έφεδρο σώμα πλοίων και ναυτικών, που καλούνταν στο καθήκον μό­νο όταν χρειαζόταν. Δυστυχώς, οι ιστορικές πηγές δεν παρέχουν σαφή εικόνα. Παίρνο­ντας και πάλι ως βάση την εκστρατεία του 480 π.Χ., μπορούμε να πούμε ότι τα πλοία των Φοινίκων, Αιγυπτίων και, ίσως, των Κυ­πρίων, ανήκαν στις μόνιμες ναυτικές δυνά­μεις, οι οποίες αποτελούσαν περίπου το ήμι­συ του στόλου που -κατά τον Ηρόδοτο- πο­λέμησε στη Σαλαμίνα. Ο υπόλοιπος στόλος προερχόταν από διάφορα έθνη του Αιγαίου και, ίσως, είχε εφεδρικό χαρακτήρα. Η αφο­σίωση των ναυτικών ήταν αμφισβητούμενη, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι τα πλη­ρώματα των πλοίων που χρησιμοποιήθηκαν στις ναυμαχίες ήταν Πέρσες, Μήδοι και Σκύθες, δηλαδή όχι θαλασσινοί λαοί.

Οι επιπτώσεις αυτής της οργάνωσης στη στρατηγική και την τακτική του αυτοκρατορι­κού στρατού πρέπει να ήταν καταστρεπτικές. Τίθεται το ερώτημα μήπως οι νίκες των Ελλή­νων στον Μαραθώνα, στις Πλαταιές και στη Σαλαμίνα ήταν, εν μέρει, αποτέλεσμα της σχε­τικής ανομοιομορφίας στον εξοπλισμό, τις με­θόδους, τη γλώσσα και την εκπαίδευση των αντιπάλων τους. Ο περσικός στρατός έμοιαζε με γλωσσολογική Βαβέλ26. Ήταν εξοπλισμένος με πανσπερμία όπλων και ασπίδων, εκπαιδευ­μένος (όσο ήταν εκπαιδευμένος) με τόσες δια­φορετικές μεθόδους, όσες ήταν και οι εθνότη­τες της αυτοκρατορίας. Πρέπει να ήταν εφιάλ­της να διοικεί κανείς στρατεύματα χωρίς εμπει­ρία σε ελιγμούς μεγάλων μονάδων και με αμφισβητούμενη αφοσίωση. Απλές αποφάσεις, όπως ποιες μονάδες έπρεπε να χρησιμοποιη­θούν, πού, πότε και υπό ποίες συνθήκες, πρέ­πει να απορροφούσαν μεγάλο μέρος από το διαθέσιμο χρόνο των Περσών στρατηγών. Για τους άτυχους αξιωματικούς που ήταν επιφορ­τισμένοι με την επιμελητεία, ο εφοδιασμός μιας τόσο ετερόκλιτης μάζας δημιουργούσε προ­βλήματα τεράστιων διαστάσεων. Διαφορετικά όπλα, διαφορετικός ρουχισμός και διαφορετι­κές διατροφικές συνήθειες αποτελούσαν δο­κιμασία και για το καλύτερο σύστημα προμη­θειών. Είναι λογικό κάθε τμήμα να είχε δική του ξεχωριστή μονάδα επιμελητείας, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν αυ­τή την υπόθεση.

Συμπέρασμα: Η αυτοκρατορία μπορούσε, όταν προέκυπτε ανάγκη, να συγκεντρώνει στρα­τιωτική δύναμη πολύ ισχυρή από αριθμητικής απόψεως. Είναι, όμως, αμφίβολο αν η αριθμη­τική υπεροχή είχε μεγάλη σημασία απέναντι σε έναν σοβαρό, εκπαιδευμένο, οργανωμένο και ενωμένο αντίπαλο. Η στρατιωτική ευφυΐα του Δαρείου κατά την αντιμετώπιση των εκτεταμέ­νων επαναστάσεων που ξέσπασαν με το θάνα­το του Σμέρδη (Bardiya) επιβεβαιώθηκε με τη χρήση αποκλειστικά τακτικών στρατευμάτων, με τα οποία είχε υπηρετήσει και τα οποία του ήταν πιστά μετά το θάνατο του Καμβύση. Ίσως ο γιος του, ο Ξέρξης, να τα είχε καταφέρει κα­λύτερα το 480/479 π.Χ. εάν είχε εισβάλει στην Ελλάδα μόνο με τακτικές χερσαίες και θαλάσ­σιες δυνάμεις.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.